Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Αγάπη...

Αγάπη είναι αυτό που νιώθω
και ακόμα όταν δεν μου μιλάς.
Αγάπη είναι και το συναίσθημα
που νιώθω όταν μου λείπεις.
Αγάπη είναι και ο φόβος μου
να μην πάθεις κάτι.
Αγάπη είναι και ο θυμός μου
που ζηλεύω τις άλλες γύρω σου.
Αγάπη είναι να μην μπορώ ούτε
στιγμή χωρίς εσένα.
Αγάπη είναι το χαμόγελο μου
μόλις σε ακούσω.
Αγάπη είναι να τρέμουν τα πόδια
μου μόλις σε δω.
Αγάπη είναι να λαχταρώ ένα
άγγιγμα σου.
Αγάπη είναι να κοιτώ έμμονα τα
χείλη σου να με φιλήσεις.
Αγάπη είναι να προσκυνώ και
την ύπαρξη σου.
Αγάπη είναι αυτό που νιώθω
εγώ για σένα.
Αγάπη είσαι εσύ...
~Νίκη Καραγιάννη~

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Ο άνθρωπός σου

Θέλω να είμαι ο άνθρωπός σου.
Να είμαι ο «συνένοχος» στο έγκλημα που λέγεται ζωή.
Χωρίς υποσχέσεις για αιώνια για πάντα που κρατάνε «τόσο όσο»
Χωρίς μαζί, που γίνονται χώρια πριν προλάβει να ξεφτίσει το «τόσο όσο»
Έτσι απλά, ο άνθρωπός σου, ο σύμμαχός σου, ο συνένοχός σου.
Να μιλάς χωρίς να προσέχεις τις λέξεις.
Να γελάς χωρίς να σε νοιάζει πόσο δυνατά θα ακουστεί το γέλιο σου.
Να κλαις χωρίς να ντρέπεσαι.
Να πονάς και να νιώθεις και να ζεις.
Να τσαλακώνομαι μπροστά σου και να είμαι ασφαλής.
Να βλέπεις τα σκοτάδια μου και να μην προσπαθείς να τους ρίξεις φως.
Απλά να τα χαϊδεύεις.
Θα σε προσέχω, θα σε προστατεύω και θα δίνω τις μάχες μου δίπλα σου όχι γιατί είσαι η ανάγκη μου, όχι γιατί σε χρειάζομαι αλλά γιατί είσαι η επιλογή μου.
Γιατί όλα γίνονται παρελθόν, όλα γίνονται ιστορία, εκτός από τον άνθρωπο που έγινε δικός σου.
Ο άνθρωπός σου.
Σοφία Παπαηλιάδου

Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

"Να ελπίζεις...
Να ελπίζεις πάντα...
πως ανάμεσα στους ανθρώπους που τους
ρημάζει η τρομερή ΅ευκολία΅
θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους".

Ν. Εγγονόπουλος


Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Πάντα μισούσα τις πόρτες τις κλειστές...
Κι όσο τις μισούσα, τόσο με τραβούσαν σαν μαγνήτης...
Μια ζωή με θυμάμαι να περιμένω πίσω τους και να χτυπώ...
Να χτυπώ, να χτυπώ και να στήνω αυτί για ν' ακούσω τα βήματα που θα 'ρχονταν να μ' ανοίξουν...
Να χτυπώ και να περιμένω, με τσιτωμένη την ψυχή μου, με τσιτωμένο το κορμί μου, το δέρμα μου, τα κόκαλά μου, ακόμα και τις τρίχες των μαλλιών μου...

Αλκυόνη Παπαδάκη


Οι κερασιές θ’ ανθίσουνε και φέτος

Νύσταξα να σε καρτερώ Έρωτα και να λιώνω,
μπρος στο βιβλίο της ζωής σκυμμένος μια ζωή!
Μα αν ήτανε να ερχόσουνα για ένα, έστω πρωί,
χίλια θε να 'δινα πρωινά, να ζούσα εκείνο μόνο!
Μενέλαος Λουντέμης

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Έρωτας

Φωταγωγεί. 
Τον ερωτεύομαι. 
Τον στέφω. 
Τον εξοργίζω. 
Με εξοργίζει. 
Τον θέλω. 
Δεν τον θέλω. 
Δεν τον μπορώ. 
Ακραία, απόλυτη βία ο έρωτας. 
Έρωτας είναι, φίλη, τι νόμιζες;

Μαλβίνα Κάραλη

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2015

Αυτό που πονάει πιο πολύ...
Δεν είναι ο χρόνος που περνάει...
Δεν είναι μια απώλεια... μια έλλειψη...
ούτε καν η λάθος ρότα που έχεις πάρει στη ζωή...
Αυτό που πονάει περισσότερο...
Είναι το "Λίγο" που σου δώσανε για Πολύ...
και το "Πολύ σου" που μέτρησαν για Τίποτα...

Τάσος Λειβαδίτης

Είμαι ακόμα εδώ!!!

Κι ας έχω ξοδευτεί. ....σ' αγάπες. ...
χαμένες....
Απελπισμένες....έρημες..
Κι ας έχω δώσει. ..όλη την καρδιά μου. ..
και κάτι ακόμα...
Ας έχω πέσει. ..
προτού λυγίσω καν...
Με ρίξανε.... δεν έπεσα ....
είν' η αλήθεια ....
Με άδειασαν...
Κι ας έχω. ..σηκωθεί. ..
και δώσει δεύτερη ευκαιρία ...
Στον εαυτό μου...
να πιστέψει... να ελπίσει...
Και φυσικά. ..η αλητεία επαναλαμβανόταν...
Τι κι αν όλα αυτά. ..
γίναν στ' αληθεια;
Ακόμα έχω καρδιά ακέραιη.....
αγνή..ατόφια...
Έτοιμη να δοθεί. ..ξανά απ' την αρχή...
Ατρόμητη...γενναία. ..θαρραλέα ....Αξόδευτη....Τεράστια.. καινούρια!!!!!
Δεν μου την πήραν .. ...
όχι !!!!.
Μόνο στιγμές.... ζωής μου στέρησαν....
Και πόνους μου χαρίσαν....
Είμαι ακόμα εδώ!!!!!!!
(Ρ. Γέρου)

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Εγώ...
Είμαι μια συναισθηματική, ανόητη...
Μια μπερδεμένη, αναποφάσιστη...
Μια τρελή που δένεται με ανθρώπους, πράγματα και καταστάσεις...
Δένεται με το παρελθόν και αδυνατεί να προχωρήσει...
Ντρέπομαι γι’ αυτή την εμμονή, γιατί βλέπω πως δεν κάνει καλό...
Ακόμη και τα ασήμαντα δεν μπορώ να τα αφήσω πίσω...
Ούτε κακία κρατώ σε όσους με πλήγωσαν με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο...
Ούτε το τέλος αντιλαμβάνομαι... όταν έρθει...
Το αρνούμαι και επιμένω να ανάβω τα κεριά που μου σβήνει ο άνεμος...


Κική Δημουλά

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Να σου δώσω έρωτα;

-Να σου δώσω έρωτα;
-Δώσε μου!
-Είναι βρώμικος...
-Δώσ’ τον μου βρώμικο!
-Να μαντέψω θέλω...
-Μάντεψε.
-Θέλω να ρωτήσω ακόμη...
-Ρώτησε!
-Ας υποθέσουμε ότι χτυπώ...
-Θα σου ανοίξω!
-Ας υποθέσουμε ότι σε καλώ...
-Θα έρθω!
-Κι αν σε περιμένει συμφορά;
-Στη συμφορά!
-Κι αν σε ξεγελάσω;
-Θα σε συγχωρήσω!
-«Τραγούδα!» θα σε προστάξω...
-Θα τραγουδήσω!
-Κλείσε την πόρτα σου στον φίλο...
-Θα την κλείσω!
-Θα σου πω: σκότωσε!
-Θα σκοτώσω!
-Θα σου πω: πέθανε!
-Θα πεθάνω!
-Κι αν πνιγώ;
-Θα σε σώσω!
-Κι αν πονάς;
-Θα υπομένω!
-Κι αν άξαφνα – τοίχος;
-Θα το μεταφέρω!
-Κι αν – κόμπος;
-Θα τον κόψω!
-Κι αν εκατό κόμποι;
-Και τους εκατό!
-Να σου δώσω έρωτα;
-Έρωτα!
-Δεν πρόκειται!
-Γιατί;
-Γιατί δεν αγαπώ τους σκλάβους..
Ρόμπερτ Ροζντέστβενσκι

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Η καρδιά δε ρωτάει...

Ο δρόμος για την καρδιά του ήταν δύσκολος και απροσπέλαστος. Ήταν κλειστός σε συναισθηματισμούς και φειδωλός στα λόγια του, από επιλογή.  Είχε πληγωθεί πολύ κατά το παρελθόν κι αυτό τον έκανε ιδιαίτερα προσεκτικό σε ό,τι αφορούσε τις σχέσεις του. Καμιά γυναίκα δεν κατάφερε ν' αγγίξει την καρδιά του , να ξεκλειδώσει την ψυχή του.
            Ξοδευόταν σε ασήμαντες και εφήμερες Ιθάκες -μαγεμένος από το πλάνο τραγούδι των Σειρήνων, που απροκάλυπτα του φώναζαν να ακολουθήσει το δρομο τους- χωρίς ποτέ να αφεθεί, χωρίς ποτέ να παρασυρθεί από αγάπες και έρωτες. Όλα ήταν επιδερμικά για τον Άγγελο. Τα πάντα ξεκινούσαν και τελείωναν στο κορμί και δεν  έφταναν πιο πέρα από αυτό. Του άφηναν μια γεύση πικρή, αλμυρή, μα είχε πείσει τον εαυτό του πως ήταν γλυκιά για να μπορέσει να προχωρήσει παρακάτω. Δεν τον ενοχλούσε πλέον, αντιθέτως, θεωρούσε πως έτσι προστατευόταν απ' τις "κακοτοπιές" και δεν θα χρειαζόταν να συναρμολογήσει τα κομμάτια του ξανά. Τόσο πολύ είχε πονέσει.
            Αρνιόταν πεισματικά την αγάπη, από φόβο μην τον αρνηθεί κι αυτή. Είχε αποδεχτεί την ευκολία με την οποία χάνονταν τα πράγματα, τα συναισθήματα, οι άνθρωποι που κάποτε είχαν έρθει αβίαστα στη ζωή του. Είχε κουραστεί να ταξιδεύει σε θάλασσες φουρτουνιασμένες, σκούρες, σκοτεινές, σχεδόν μαύρες, παλεύοντας με τα μανιασμένα κύματα, κρατώντας σφιχτά στα χέρια του ένα "τίποτα" γι' αποσκευή.
            Όμως, δεν λογάριασε καλά. Η κλειδωμένη του καρδιά είχε άλλα σχέδια. Καιρό τώρα προσπαθούσε να βρει μια χαραμάδα. Να βρει διέξοδο. Να βγει στο φως! Λαχταρούσε να σκιρτήσει και πάλι στο στήθος του. Ποθούσε να μεθύσει από ήχους, λέξεις, μελωδίες. Αρώματα και μυρωδιές. Αγγίγματα, χάδια και φιλιά.
            "Θυμάμαι..." ψέλλισε δειλά.
            "Ξέχνα!" της υπαγόρευσε εκείνος.
            Όσο κι αν είχε υποσχεθεί στον εαυτό του να μην ξαναπλησιάσει τις ξεχασμένες μνήμες, όσο κι αν τις κρατούσε καλά σφαλισμένες μέσα του, γελάστηκε. Ήξεραν εκείνες να δραπετεύουν. Ήταν παγιδευμένος στα πλοκάμια ενός "περιμένω". Έψαχνε ένα ουράνιο τόξο να ξεπροβάλλει στον ουρανό του και να διώξει τη μαυρίλα και τη συννεφιά που είχαν κάνει κατάληψη στην ψυχή του. Γιατί όσο και να μην ήθελε να το παραδεχτεί, βαθιά μέσα του -ενδόμυχα- αυτή η γλυκιά μα συνάμα μακρινή προσμονή ήταν που τον κρατούσε ζωντανό. Είχε φωλιάσει στο πίσω μέρος του μυαλού του, ωστόσο δεν την άφηνε να εξωτερικευτεί μη θέλοντας να μάθουν οι άλλοι το τρωτό του σημείο. Το πόσο μόνος αισθανόταν.
            Παίρνοντας το δρόμο που οδηγούσε στον Πέρα Γιαλό, το παλιό λιμάνι, πέρασε από τα γραφικά σοκάκια του νησιού της Αστυπάλαιας, στο οποίο διέμενε τους τελευταίους μήνες. Αν και στεριανός στην καταγωγή, τον εντυπωσίασαν - από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του εκεί- η καθαρότητα στις ματιές των ανθρώπων, η απλότητα του απέραντου γαλάζιου κι η μυρωδιά της θάλασσας. Το ενετικό κάστρο στη Χώρα και τα κάτασπρα σπιτάκια στην πλαγιά του λόφου. Η ησυχία και η γαλήνη στο βλέμμα των ηλικιωμένων που ακουμπούσαν στη μαγκούρα τα γέρικα κορμιά τους. Οι οκτώ ανεμόμυλοι, οι πολλές εκκλησίες και το Στενό που χώριζε το νησί στο Μέσα και το Έξω. Οι φωνές από τα γέλια και τα πειράγματα των παιδιών τα απογεύματα της Κυριακής στις γειτονιές και τη μικρή πλατεία. Ακόμη και η ομίχλη που κατέβαινε επισκέπτρια απ' τα βουνά και μπερδευόταν στις στράτες. Όλα τον είχαν κερδίσει. Κάθε κομμάτι αυτής της γης ήταν και μια ανταμοιβή για την απόφασή του να εγκαταλείψει τα πάντα και να εγκατασταθεί μόνιμα εκεί.
            Καλημέρισε τον κυρ-Κώστα, έναν γέρο που είχε φάει τα χρόνια του στη θάλασσα, σε σφουγγαράδικο. Τώρα πια ανήμπορος και σακατεμένος από τη νόσο των δυτών, απολάμβανε το καφεδάκι του -έναν διπλό  γλυκό ελληνικό καφέ "μπας και καταφέρνει να διώξει την αλμύρα από τα χείλη μου!" όπως συνήθιζε να λέει- στο παραδοσιακό καφενείο. Τους θαύμαζε αυτούς τους ανθρώπους ο Άγγελος. Δεν χόρταινε ν' ακούει τις ιστορίες τους.
            Κοντοστάθηκε να χαζέψει το μικρό πετρόκτιστο μαγαζάκι που πουλούσε είδη λαϊκής τέχνης για τους λίγους μα εκλεκτούς επισκέπτες, οι οποίοι αποφάσιζαν να περάσουν τις διακοπές τους το καλοκαίρι σε αυτό το πανέμορφο νησί των Δωδεκανήσων. Πρώτη φορά έμπαινε μέσα. Το βλέμμα του περιπλανήθηκε ανάμεσα σε υφάσματα κεντημένα με χρυσοκλωστές, ναργιλέδες με περίτεχνα σχέδια, όμορφα διακοσμητικά από φυσητό γυαλί σε ποικίλα χρώματα, μέχρι που έπεσε πάνω σε ένα χειροποίητο κομπολόι με πέτρες από κεχριμπάρι. Ασυναίσθητα, το πήρε στα χέρια του.
            "Λένε πως λειτουργεί σαν βάλσαμο στις ψυχές. Πως μαλακώνει και γλυκαίνει τους καημούς και τις στενοχώριες, γιατί με τη μελωδική του συντροφιά μας αποσπά, έστω και παροδικά, από τις λύπες που μας βαραίνουν, προσφέροντάς μας μια φευγαλέα ανακούφιση!" ακούστηκε μια γλυκιά φωνή πίσω του.
            Γύρισε προς το μέρος της και στάθηκε αμήχανος μπροστά στην νεαρή γυναίκα που του χαμογελούσε. Το αψεγάδιαστο πρόσωπό της πλαισίωνε ένα ζευγάρι μελιά μάτια, τα οποία σε συνδυασμό με τις καστανοκόκκινες μπούκλες που έπεφταν ατίθασα πάνω τους, την έκαναν ιδιαίτερα εντυπωσιακή και πολύ ελκυστική. Του Άγγελου του κόπηκε η ανάσα. "Θεέ μου, πόσο όμορφη είναι!" σκέφτηκε.
            "Για το κομπολόι λέω, είναι βάλσαμο..." ξαναείπε εκείνη.
            "Αν είναι έτσι, τότε να το αγοράσω!" πρότεινε αυτός και γέλασαν κι οι δυο μαζί.
            "Με λένε Δανάη!" είπε η κοπέλα τείνοντας το χέρι της προς το μέρος του.
            "Κι εμένα Άγγελο!" απάντησε και ανταπέδωσε τη χειραψία.
            Η ζεστασιά του αγγίγματος αυτού άναψε μέσα του μια τόση δα φωτίτσα, τη φύσηξε να σβήσει μα εκείνη δυνάμωσε. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Η καρδιά δε ρωτάει! Δυο τρεις φευγαλέες ματιές, λίγες λέξεις, μερικά κρυφά χαμόγελα, έφτασαν για να αποσυντονίσουν και να αποδιοργανώσουν αυτούς τους διαφορετικούς ανθρώπους που η μοίρα θέλησε να φέρει κοντά.
            Σήμερα, ξημέρωσε μια καινούργια μέρα. Το ένιωσε κι εκείνος. Σαν κάτι αόρατο να πλανιόταν στον αέρα. Κάτι απροσδιόριστο του είχε ανεβάσει τη διάθεση. Έκανε πως δεν κατάλαβε. Κάποιοι λένε πως ο έρωτας έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Και ο Άγγελος αιφνιδιάστηκε. Απρόσμενα και ανέλπιστα. Ξάφνου σταμάτησε ο χρόνος και άρχισαν να τρέμουν οι καρδιές. Τα κορμιά ξεκίνησαν το ταξίδι τους δίνοντας τη θέση τους στην ηδονή, στο απόλυτο ταίριασμα και το ολοκληρωτικό δόσιμο των ψυχών.
              "Από τότε που σε γνώρισα... Από τότε που σε κοίταξα μέσα στα μάτια, έγινες για μένα πολύτιμη..." ψιθύρισε ο Άγγελος και η Δανάη κούρνιασε στην αγκαλιά του αναζητώντας τη θέρμη της.